Σαπισμένος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σαπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гнілы, гнілой, гнілую, гнілое, за гнілую
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαπισμένος
σαπισμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σαπισμένος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σαπίζω στα λευκορωσικά - сцішваць
- σαπιοκάραβο στα λευκορωσικά - ванна, ваннай
- σαπούνι στα λευκορωσικά - мыла, мыло
- σαπρός στα λευκορωσικά - гніласны, цяжкае, гнілы
Τυχαίες λέξεις
Σαπισμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: гнілы, гнілой, гнілую, гнілое, за гнілую
Μεταφράσεις: гнілы, гнілой, гнілую, гнілое, за гнілую