Σαπισμένος στα ρουμανικά

Μετάφραση: σαπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
putrezit, putred, groaznică, stricat, putrede
Σαπισμένος στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαπισμένος

σαπισμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σαπισμένος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • σαπίζω στα ρουμανικά - radiaţie, mortifica, moară, să moară, mortifice, chinui
  • σαπιοκάραβο στα ρουμανικά - cadă, cadă cu, cada, o cadă, vana
  • σαπούνι στα ρουμανικά - săpun, spun, sapun, de săpun, săpun de, sãpun
  • σαπρός στα ρουμανικά - putred, putrezit, putrede, putredă, putrefacție
Τυχαίες λέξεις
Σαπισμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: putrezit, putred, groaznică, stricat, putrede