Συγκινητικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: συγκινητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
færa, flytja, að flytja, að færa, áhrifamikill
Συγκινητικός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγκινητικός

συγκινητικός επικήδειος, συγκινητικός συνώνυμα, συγκινητικός συνώνυμο, συγκινητικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συγκινητικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συγκεντρώνομαι στα ισλανδικά - einbeita, einbeita sér, einbeitt, að einbeita, að einbeita sér
  • συγκεντρώνω στα ισλανδικά - safna, að safna, innheimta, safna saman, safnað
  • συγκλονίζω στα ισλανδικά - convulse
  • συγκολλώ στα ισλανδικά - prjóna, hnýta, að hnýta
Τυχαίες λέξεις
Συγκινητικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: færa, flytja, að flytja, að færa, áhrifamikill