Συσπειρώνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: συσπειρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
spólu, rafspóla, Coil, rafspólu
Συσπειρώνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσπειρώνω

συσπειρώνω σημασια, συσπειρώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συσπειρώνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συσκευασία στα ισλανδικά - pakki, pakka, pakkann, pakkinn, pakkanum
  • συσκευαστής στα ισλανδικά - Packer, pakkanda, Pökkunaraðili
  • συσσωμάτωμα στα ισλανδικά - samanlagt, samanlagður, heildareftirspurn, samanlögð, kögglaefni
  • συσσωματώνω στα ισλανδικά - staðfest, fela, fela í sér, er staðfest, fela í
Τυχαίες λέξεις
Συσπειρώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: spólu, rafspóla, Coil, rafspólu