Συσπειρώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: συσπειρώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bobin, bobini, rulo, coil, sargı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσπειρώνω
συσπειρώνω σημασια, συσπειρώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, συσπειρώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- συσκευασία στα τούρκικα - paket, paketi, ambalaj, paketinin
- συσκευαστής στα τούρκικα - toptancı, packer, paketleyici, balyalayıcı, paketleyicisi
- συσσωμάτωμα στα τούρκικα - toplam, agrega, toplu, toplama, agregat
- συσσωματώνω στα τούρκικα - cisimlendirmek, somutlaştırmak, temsil, cisimleştirmek, somutlaştıran
Τυχαίες λέξεις
Συσπειρώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bobin, bobini, rulo, coil, sargı
Μεταφράσεις: bobin, bobini, rulo, coil, sargı