Συσπειρώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: συσπειρώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bobina, serpentina, bobina de, da bobina, de bobina
Συσπειρώνω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσπειρώνω

συσπειρώνω σημασια, συσπειρώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συσπειρώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • συσκευασία στα πορτογαλικά - pacote, pacote de, embalagem, pacotes, do pacote
  • συσκευαστής στα πορτογαλικά - empacotador, embalador, empacotador de, packer, acondicionador
  • συσσωμάτωμα στα πορτογαλικά - totalitário, total, agregado, agregada, global, agregados, conjunto
  • συσσωματώνω στα πορτογαλικά - encarnar, incorporar, incorporam, encarnam, personificam
Τυχαίες λέξεις
Συσπειρώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bobina, serpentina, bobina de, da bobina, de bobina