Συσπειρώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συσπειρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шпулька, катушка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσπειρώνω
συσπειρώνω σημασια, συσπειρώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συσπειρώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συσκευασία στα λευκορωσικά - пакет
- συσκευαστής στα λευκορωσικά - ўпакоўшчык, пакавальнік
- συσσωμάτωμα στα λευκορωσικά - сукупны
- συσσωματώνω στα λευκορωσικά - ўвасабляць, увасабляць, ажыццяўляць
Τυχαίες λέξεις
Συσπειρώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шпулька, катушка
Μεταφράσεις: шпулька, катушка