Ανεργία στα ισπανικά
Μετάφραση: ανεργία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desocupación, desempleo, el desempleo, de desempleo, paro, del desempleo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεργία
ανεργία ελστατ, ανεργία ελλάδα, ανεργία νέων, ανεργία 2013, ανεργία στην ελλάδα στατιστικά, ανεργία λεξικό γλώσσας ισπανικά, ανεργία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ανεπηρέαστος στα ισπανικά - insensible, inafectado, afectado, afectada, no afectado, no afectada
- ανεπιθύμητος στα ισπανικά - molesto, desagradable, inoportuna, no deseada, indeseable
- ανερμάτιστος στα ισπανικά - inestable, anermatistos
- ανερχόμενος στα ισπανικά - próximo, próxima, próximas, próximos, la próxima
Τυχαίες λέξεις
Ανεργία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: desocupación, desempleo, el desempleo, de desempleo, paro, del desempleo
Μεταφράσεις: desocupación, desempleo, el desempleo, de desempleo, paro, del desempleo