Γυναίκα στα ισπανικά
Μετάφραση: γυναίκα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mujer, la mujer, mujer de, de la mujer, mujer que
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυναίκα
γυναίκα υδροχόος, γυναίκα καββαδίας, γυναίκα τοξότης, γυναίκα δίδυμος, γυναίκα σκορπιός, γυναίκα λεξικό γλώσσας ισπανικά, γυναίκα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- γυμνός στα ισπανικά - pelado, calvo, frío, seco, severo, corito, desierto, ...
- γυμνώνω στα ισπανικά - desnudarse, desmontar, banda, cinta, desnudar, desnudo, descubierto, ...
- γυρίζω στα ισπανικά - restitución, virar, lucro, retorno, regresar, restituir, vuelta, ...
- γωνία στα ισπανικά - rincón, anzuelo, esquina, pico, angular, ángulo, ángulo de, ...
Τυχαίες λέξεις
Γυναίκα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: mujer, la mujer, mujer de, de la mujer, mujer que
Μεταφράσεις: mujer, la mujer, mujer de, de la mujer, mujer que