Γυναίκα στα νορβηγικά
Μετάφραση: γυναίκα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kone, hustru, kvinne, kvinnen, kvinnens, kvinne som
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυναίκα
γυναίκα υδροχόος, γυναίκα καββαδίας, γυναίκα τοξότης, γυναίκα δίδυμος, γυναίκα σκορπιός, γυναίκα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, γυναίκα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- γυμνός στα νορβηγικά - stiv, rent, naken, kald, bar, snau, naked, ...
- γυμνώνω στα νορβηγικά - strimmel, bart, nakne, bare, bar, nakent
- γυρίζω στα νορβηγικά - retur, avkastning, returnere, veer, dreier, dreier til
- γωνία στα νορβηγικά - vinkel, hjørne, krok, angel, nisje, vinkelen
Τυχαίες λέξεις
Γυναίκα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kone, hustru, kvinne, kvinnen, kvinnens, kvinne som
Μεταφράσεις: kone, hustru, kvinne, kvinnen, kvinnens, kvinne som