Δασμοί στα ισπανικά

Μετάφραση: δασμοί, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
deber, faena, arancel, obligación, deberes, funciones, obligaciones, derechos, tareas
Δασμοί στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασμοί

δασμοί εισαγωγών από αμερική, δασμοί αυτοκινήτων, δασμοί εισαγωγής από κίνα, δασμοί αντιντάμπινγκ, δασμοί μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, δασμοί λεξικό γλώσσας ισπανικά, δασμοί στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • δαπανηρός στα ισπανικά - caro, costoso, costosa, costosos, costosas
  • δασκάλα στα ισπανικά - preceptor, profesor, maestra, maestro, instructor, profesora, docente
  • δασμολόγιο στα ισπανικά - arancel, tarifa, arancelaria, arancelario, aranceles
  • δασοκομία στα ισπανικά - silvicultura, forestal, la silvicultura, forestales, bosques
Τυχαίες λέξεις
Δασμοί στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: deber, faena, arancel, obligación, deberes, funciones, obligaciones, derechos, tareas