Δασμοί στα σουηδικά
Μετάφραση: δασμοί, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
plikt, åliggande, tullar, arbetsuppgifter, skyldigheter, tull
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασμοί
δασμοί εισαγωγών από αμερική, δασμοί αυτοκινήτων, δασμοί εισαγωγής από κίνα, δασμοί αντιντάμπινγκ, δασμοί μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, δασμοί λεξικό γλώσσας σουηδικά, δασμοί στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- δαπανηρός στα σουηδικά - dyrbar, dyr, kostbar, kostsam, kostsamma, kostsamt, kost, ...
- δασκάλα στα σουηδικά - lärare, läraren, lärar, lärarens
- δασμολόγιο στα σουηδικά - taxa, tariff, tull, taxan, tariffen
- δασοκομία στα σουηδικά - skogsbruk, skogsbruket, skogs, skogsbruks, skogs-
Τυχαίες λέξεις
Δασμοί στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: plikt, åliggande, tullar, arbetsuppgifter, skyldigheter, tull
Μεταφράσεις: plikt, åliggande, tullar, arbetsuppgifter, skyldigheter, tull