Δασμοί στα ιταλικά
Μετάφραση: δασμοί, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dogana, dovere, dazio, obbligo, doveri, compiti, funzioni, dazi, I dazi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασμοί
δασμοί εισαγωγών από αμερική, δασμοί αυτοκινήτων, δασμοί εισαγωγής από κίνα, δασμοί αντιντάμπινγκ, δασμοί μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, δασμοί λεξικό γλώσσας ιταλικά, δασμοί στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- δαπανηρός στα ιταλικά - costoso, caro, costosa, costosi, costose, oneroso
- δασκάλα στα ιταλικά - docente, istruttore, maestro, educatore, insegnante, insegnanti, insegnante di
- δασμολόγιο στα ιταλικά - tariffa, dazio, tariffario, tariffaria, tariffe, tariffarie
- δασοκομία στα ιταλικά - silvicoltura, forestale, forestali, la silvicoltura, selvicultura
Τυχαίες λέξεις
Δασμοί στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: dogana, dovere, dazio, obbligo, doveri, compiti, funzioni, dazi, I dazi
Μεταφράσεις: dogana, dovere, dazio, obbligo, doveri, compiti, funzioni, dazi, I dazi