Δυσαρέσκεια στα ισπανικά

Μετάφραση: δυσαρέσκεια, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
disgusto, desafecto, descontento, desagrado, displacer, malestar
Δυσαρέσκεια στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσαρέσκεια

δυσαρέσκεια συνώνυμο, δυσαρέσκεια in english, δυσαρέσκεια ορισμόσ, δυσαρέσκεια στα αγγλικα, δυσαρέσκεια λεξικό γλώσσας ισπανικά, δυσαρέσκεια στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • δυσάρεστος στα ισπανικά - bronco, desagradable, desagradables, antipático
  • δυσανάγνωστος στα ισπανικά - ilegible, ilegibles, leer, indescifrable, puede leer
  • δυσαρεστώ στα ισπανικά - desagradar, disgustar, desagradar a, disgustar a, desagradarle
  • δυσεπίλυτος στα ισπανικά - intrincado, nudoso, espinoso, intratable, intratables, insoluble, insuperable, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσαρέσκεια στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: disgusto, desafecto, descontento, desagrado, displacer, malestar