Δυσαρέσκεια στα σλοβενικά
Μετάφραση: δυσαρέσκεια, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nezadovoljstvo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσαρέσκεια
δυσαρέσκεια συνώνυμο, δυσαρέσκεια in english, δυσαρέσκεια ορισμόσ, δυσαρέσκεια στα αγγλικα, δυσαρέσκεια λεξικό γλώσσας σλοβενικά, δυσαρέσκεια στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- δυσάρεστος στα σλοβενικά - neprijeten, neprijetnega, neprijetna, neprijetno, neprijetne
- δυσανάγνωστος στα σλοβενικά - neberljiv, neberljivi, neberljivo, nečitljiv, neberljive
- δυσαρεστώ στα σλοβενικά - zlo, Igrati, Ozlovoljiti
- δυσεπίλυτος στα σλοβενικά - nepremagljiva, intractable, trdovratne, intraktabilna, nepristopen
Τυχαίες λέξεις
Δυσαρέσκεια στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: nezadovoljstvo
Μεταφράσεις: nezadovoljstvo