Επαύξηση στα ισπανικά

Μετάφραση: επαύξηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
incremento, incremento de, aumento, mínimo de la subasta, Valor mínimo
Επαύξηση στα ισπανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επαύξηση

αύξηση /μείωση ισχύος υφιστάμενης ηλεκτροδότησης, επαύξηση ρεύματος, επαύξηση ισχύος, επαύξηση περιουσίας, επαύξηση ισχύος υφιστάμενης ηλεκτροδότησης, επαύξηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, επαύξηση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • επαφή στα ισπανικά - contactar, contacto, contactos, de contacto, de contactos, contactos de
  • επαχθής στα ισπανικά - gravoso, oneroso, gravosa, onerosa, gravosos
  • επείγων στα ισπανικά - urgente, perentorio, apremiante, urgencia, urgentes, de urgencia, urgente de
  • επεισόδιο στα ισπανικά - episodio, incidente, incidencia, el episodio, episodio de, episodios, capítulo
Τυχαίες λέξεις
Επαύξηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: incremento, incremento de, aumento, mínimo de la subasta, Valor mínimo