Επαύξηση στα φινλανδικά
Μετάφραση: επαύξηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lisäys, kasvu, lisäyksen, lisäystä, verran
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαύξηση
αύξηση /μείωση ισχύος υφιστάμενης ηλεκτροδότησης, επαύξηση ρεύματος, επαύξηση ισχύος, επαύξηση περιουσίας, επαύξηση ισχύος υφιστάμενης ηλεκτροδότησης, επαύξηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επαύξηση στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- επαφή στα φινλανδικά - yhteyshenkilö, kosketus, yhteystietoja, kosketuksiin, kosketukseen, kosketuksissa
- επαχθής στα φινλανδικά - raskas, vaivalloinen, rasittava, raskaita, työlästä, raskaat
- επείγων στα φινλανδικά - kiireellinen, hätäinen, kiireellisiä, kiireellistä, kiireellisesti, kiireelliset
- επεισόδιο στα φινλανδικά - selkkaus, episodi, jakso, tapaus, välikohtaus, seikka, vähäinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Επαύξηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: lisäys, kasvu, lisäyksen, lisäystä, verran
Μεταφράσεις: lisäys, kasvu, lisäyksen, lisäystä, verran