Κατάχρηση στα ισπανικά

Μετάφραση: κατάχρηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
malversación, insultar, abuso, maltratar, desfalco, abusar, injuriar, como abuso, el abuso, abusos, abuso de
Κατάχρηση στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάχρηση

κατάχρηση εξουσίας ταινία, κατάχρηση εξουσίας (1971), κατάχρηση εξουσίας από δημόσιο υπάλληλο, κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, κατάχρηση εξουσίας νόμος, κατάχρηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, κατάχρηση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κατάσχω στα ισπανικά - agarrar, incautarse, aprehender, confiscar, embargar, secuestrar
  • κατάφορτος στα ισπανικά - tenso, lleno, llena, cargado, cargada
  • κατέχω στα ισπανικά - propio, poseer, conceder, mantener, celebrar, sostener, contener, ...
  • κατήγορος στα ισπανικά - fiscal, fiscalía, el fiscal, fiscal de, procurador
Τυχαίες λέξεις
Κατάχρηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: malversación, insultar, abuso, maltratar, desfalco, abusar, injuriar, como abuso, el abuso, abusos, abuso de