Καταμερισμός στα ισπανικά

Μετάφραση: καταμερισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asignación, prorrateo, reparto, distribución, el prorrateo, de reparto
Καταμερισμός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταμερισμός

καταμερισμός εργασίας wikipedia, καταμερισμός εργασίας μαρξ, καταμερισμός συνώνυμο, καταμερισμός εργασίας, καταμερισμόσ των έργων, καταμερισμός λεξικό γλώσσας ισπανικά, καταμερισμός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • καταλύω στα ισπανικά - acomodar, acantonar, hospedar, aposentar, alojar, catalizar, catalizar la, ...
  • καταμέτρηση στα ισπανικά - medida, medición, contar, cuenta, Número, Número de, contar con
  • καταμετρώ στα ισπανικά - mesurar
  • κατανάλωση στα ισπανικά - consumición, consumo, el consumo, consumo de, el consumo de, del consumo
Τυχαίες λέξεις
Καταμερισμός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: asignación, prorrateo, reparto, distribución, el prorrateo, de reparto