Καταμερισμός στα ουγγρικά
Μετάφραση: καταμερισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
felosztása, felosztási, felosztást, megosztását, felosztását
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταμερισμός
καταμερισμός εργασίας wikipedia, καταμερισμός εργασίας μαρξ, καταμερισμός συνώνυμο, καταμερισμός εργασίας, καταμερισμόσ των έργων, καταμερισμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καταμερισμός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- καταλύω στα ουγγρικά - kapusfülke, portáslakás, lak, katalizálni, katalizálják, katalizálása, katalizálhatják, ...
- καταμέτρηση στα ουγγρικά - számol, száma, számít, számítanak, számíthat
- καταμετρώ στα ουγγρικά - címke, pénzdarab, pandant, névcédula, másodpéldány, bankár, megpipázás, ...
- κατανάλωση στα ουγγρικά - fogyasztás, fogyasztásra, fogyasztási, fogyasztása, fogyasztást
Τυχαίες λέξεις
Καταμερισμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: felosztása, felosztási, felosztást, megosztását, felosztását
Μεταφράσεις: felosztása, felosztási, felosztást, megosztását, felosztását