Καταμερισμός στα φινλανδικά
Μετάφραση: καταμερισμός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
määräraha, allokaatio, kohdentaminen, jako, allokointi, jakamisesta, jakamista, jakaminen, jaon
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταμερισμός
καταμερισμός εργασίας wikipedia, καταμερισμός εργασίας μαρξ, καταμερισμός συνώνυμο, καταμερισμός εργασίας, καταμερισμόσ των έργων, καταμερισμός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, καταμερισμός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- καταλύω στα φινλανδικά - majatalo, maja, seura, majailla, klubi, asuintila, katalysoivat, ...
- καταμέτρηση στα φινλανδικά - mittaus, ulottuvuus, laskea, luottaa, lasketa, lasketaan, count
- καταμετρώ στα φινλανδικά - kunnari, sopia, ynnätä, vastata, admeasure
- κατανάλωση στα φινλανδικά - kulutus, kuluttaminen, syöminen, kulutuksen, kulutusta, kulutukseen, kulutuksesta
Τυχαίες λέξεις
Καταμερισμός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: määräraha, allokaatio, kohdentaminen, jako, allokointi, jakamisesta, jakamista, jakaminen, jaon
Μεταφράσεις: määräraha, allokaatio, kohdentaminen, jako, allokointi, jakamisesta, jakamista, jakaminen, jaon