Συναρμολόγηση στα ισπανικά

Μετάφραση: συναρμολόγηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acumulación, adecuado, conveniente, oportuno, prueba, apropiado
Συναρμολόγηση στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολόγηση

συναρμολόγηση παζλ, συναρμολόγηση ντουλάπας, συναρμολόγηση ποδηλάτου, συναρμολόγηση αυτοκινήτου, συναρμολόγηση pc, συναρμολόγηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, συναρμολόγηση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • συναντώ στα ισπανικά - encontrar, encuentro, escaramuza, hallar, encontrarse, conocer, satisfacer, ...
  • συναρμολογώ στα ισπανικά - reunir, montar, congregar, juntar, reunirse, cotejar, recopilar, ...
  • συναρπαστικός στα ισπανικά - emocionante, excitante, apasionante, interesante, emocionantes
  • συνασπισμός στα ισπανικά - coalición, legua, bloque, alianza, liga, coalición de, la coalición, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολόγηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: acumulación, adecuado, conveniente, oportuno, prueba, apropiado