Ταλαιπωρώ στα ισπανικά

Μετάφραση: ταλαιπωρώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
afligir, afligirse, malestar, incomodidad, molestias, molestia, el malestar
Ταλαιπωρώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταλαιπωρώ

ταλαιπωρώ αρχαια, ταλαιπωρώ κλιση, ταλαιπωρώ αρχικοι χρονοι, ταλαιπωρώ συνωνυμα, ταλαιπωρώ στα αγγλικά, ταλαιπωρώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, ταλαιπωρώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ταλέντο στα ισπανικά - aptitud, talento, talentos, el talento, de talento, del talento
  • ταλαιπωρία στα ισπανικά - problema, incomodidad, molestia, malestar, molestias, el malestar
  • ταλαντευόμενος στα ισπανικά - tambaleante, bamboleante, inestable, wobbly, tembloroso
  • ταλαντεύομαι στα ισπανικά - bambolear, dominio, titubear, columpio, oscilación, abatible, abatible de, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταλαιπωρώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: afligir, afligirse, malestar, incomodidad, molestias, molestia, el malestar