Ταλαιπωρώ στα τούρκικα
Μετάφραση: ταλαιπωρώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
rahatsızlık, rahatsızlığı, rahatsızlık hissi, huzursuzluk, bir rahatsızlık
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταλαιπωρώ
ταλαιπωρώ αρχαια, ταλαιπωρώ κλιση, ταλαιπωρώ αρχικοι χρονοι, ταλαιπωρώ συνωνυμα, ταλαιπωρώ στα αγγλικά, ταλαιπωρώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, ταλαιπωρώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ταλέντο στα τούρκικα - yetenek, yeteneği, talent, bir yetenek, yetenekli
- ταλαιπωρία στα τούρκικα - sorun, azar, rahatsızlık, rahatsızlığı, rahatsızlık hissi, huzursuzluk, bir rahatsızlık
- ταλαντευόμενος στα τούρκικα - titrek, sallanan, wobbly, oynak, titrek bir
- ταλαντεύομαι στα τούρκικα - değişmek, salıncak, swing, salınım, kanatlı, salınımı
Τυχαίες λέξεις
Ταλαιπωρώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: rahatsızlık, rahatsızlığı, rahatsızlık hissi, huzursuzluk, bir rahatsızlık
Μεταφράσεις: rahatsızlık, rahatsızlığı, rahatsızlık hissi, huzursuzluk, bir rahatsızlık