Αγχωμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: αγχωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ansioso, ansiosi, ansiosa, ansia, in ansia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγχωμένος
αγχωμένος στα αγγλικα, αγχωμένος στα γαλλικα, αγχωμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, αγχωμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αγχίνοια στα ιταλικά - accorgimento, sagacia, scaltrezza, astuzia, accortezza, accorgimenti, furbizia
- αγχιστεία στα ιταλικά - affinità, di affinità, un'affinità, l'affinità, affinità di
- αγχόνη στα ιταλικά - patibolo, forca, forche, gallows, patiboli
- αγχώδης στα ιταλικά - nervoso, ansia, l'ansia, ansietà, angoscia, di ansia
Τυχαίες λέξεις
Αγχωμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ansioso, ansiosi, ansiosa, ansia, in ansia
Μεταφράσεις: ansioso, ansiosi, ansiosa, ansia, in ansia