Αγχωμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αγχωμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трывожны, трывожнае
Αγχωμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγχωμένος

αγχωμένος στα αγγλικα, αγχωμένος στα γαλλικα, αγχωμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αγχωμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αγχίνοια στα λευκορωσικά - праніклівасць, праніклівыя, прадбачлівыя, празорлівасць
  • αγχιστεία στα λευκορωσικά - блізкасць, блізкасьць
  • αγχόνη στα λευκορωσικά - шыбеніца
  • αγχώδης στα λευκορωσικά - трывога, тревога, трывогу, трывогі
Τυχαίες λέξεις
Αγχωμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: трывожны, трывожнае