Αγχωμένος στα εσθονικά

Μετάφραση: αγχωμένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
täidetud, laetud, hädine, murelik, mures, ärevust, ärevus
Αγχωμένος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγχωμένος

αγχωμένος στα αγγλικα, αγχωμένος στα γαλλικα, αγχωμένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αγχωμένος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αγχίνοια στα εσθονικά - nutikus, kavalusega, kavalust, nutikus on, kavalusi
  • αγχιστεία στα εσθονικά - sugulus, afiinsus, afiinsusega, afiinsust, afiinsuse, afiinsuskromatograafia
  • αγχόνη στα εσθονικά - traallook, võllas, traallookade, puusse, võllast, võlla
  • αγχώδης στα εσθονικά - murelik, kibelev, rahutu, ängistus, mure, ärevus, ärevuse, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγχωμένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: täidetud, laetud, hädine, murelik, mures, ärevust, ärevus