Αυλόπορτα στα ιταλικά

Μετάφραση: αυλόπορτα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
porta, cancello, gate, cancello di, di gate
Αυλόπορτα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλόπορτα

αυτόματη αυλόπορτα, σιδερένια αυλόπορτα, αυλόπορτα τιμές, αυλόπορτα συρόμενη δίφυλλη επάλληλη, συρόμενη αυλόπορτα, αυλόπορτα λεξικό γλώσσας ιταλικά, αυλόπορτα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αυλητής στα ιταλικά - pifferaio, Piper, suonatore di cornamusa, suonatore, zampognaro
  • αυλικός στα ιταλικά - cortigiano, courtier, cortigiana, cortigiani, di corte
  • αυλός στα ιταλικά - canna, pipa, tubo, condotto, flauto, Flute, Flute da, ...
  • αυνανισμός στα ιταλικά - masturbazione, masturbation, la masturbazione, di masturbation, Masturbazioni
Τυχαίες λέξεις
Αυλόπορτα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: porta, cancello, gate, cancello di, di gate