Επιτηδευμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: επιτηδευμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vistoso, meretricious, meretricio, meretricia, meretrice
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτηδευμένος
επιτηδευμένος αντωνυμα, επιτηδευμένος λεξικο, επιτηδευμένος ορισμος, επιτηδευμένος αγγλικά, επιτηδευμένος λογος, επιτηδευμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, επιτηδευμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- επιτελείο στα ιταλικά - gettare, buttare, personale, staff, il personale, del personale, personale di
- επιτηδειότητα στα ιταλικά - abilità, skill, di abilità, l'abilità, perizia
- επιτηδεύομαι στα ιταλικά - simulare, fingere, epitidefomai
- επιτηρητής στα ιταλικά - supervisore, supervisor, segretario di, autorità di vigilanza, di vigilanza
Τυχαίες λέξεις
Επιτηδευμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: vistoso, meretricious, meretricio, meretricia, meretrice
Μεταφράσεις: vistoso, meretricious, meretricio, meretricia, meretrice