Επιτηδευμένος στα πολωνικά
Μετάφραση: επιτηδευμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
afektowany, sztuczny, krzykliwy, wszeteczny, bezwstydny, udawany
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτηδευμένος
επιτηδευμένος αντωνυμα, επιτηδευμένος λεξικο, επιτηδευμένος ορισμος, επιτηδευμένος αγγλικά, επιτηδευμένος λογος, επιτηδευμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, επιτηδευμένος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- επιτελείο στα πολωνικά - rzucać, rzut, oddawać, wzbudzać, układać, rzutować, odlewać, ...
- επιτηδειότητα στα πολωνικά - sprawność, zwinność, zręczność, bystrość, umiejętność, umiejętności, skill, ...
- επιτηδεύομαι στα πολωνικά - symulować, udawać, epitidefomai
- επιτηρητής στα πολωνικά - nadzorca, dyrygent, zarządca, promotor, kontroler, menedżer, majster, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιτηδευμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: afektowany, sztuczny, krzykliwy, wszeteczny, bezwstydny, udawany
Μεταφράσεις: afektowany, sztuczny, krzykliwy, wszeteczny, bezwstydny, udawany