Επιτηδευμένος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: επιτηδευμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
meretricious
Επιτηδευμένος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτηδευμένος

επιτηδευμένος αντωνυμα, επιτηδευμένος λεξικο, επιτηδευμένος ορισμος, επιτηδευμένος αγγλικά, επιτηδευμένος λογος, επιτηδευμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επιτηδευμένος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • επιτελείο στα σλαβομακεδονικά - вработените, персонал, персоналот, вработени, кадар
  • επιτηδειότητα στα σλαβομακεδονικά - вештина, вештини, вештината, вештина на, на вештини
  • επιτηδεύομαι στα σλαβομακεδονικά - epitidefomai
  • επιτηρητής στα σλαβομακεδονικά - супервизор, претпоставен, надзорникот, надзорник, надзор
Τυχαίες λέξεις
Επιτηδευμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: meretricious