Καρπός στα ιταλικά
Μετάφραση: καρπός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
frutto, frutta, di frutta, frutti, della frutta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρπός
καρπός δάφνης, καρπός χεριού, καρπός στα αγγλικά, καρπός κόλα, καρπός δρύπη, καρπός λεξικό γλώσσας ιταλικά, καρπός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- καρπαζώνω στα ιταλικά - colpo, peso, influenza, clout
- καρποφόρος στα ιταλικά - fecondo, fruttuosa, feconda, fruttuoso, proficua
- καρτέρι στα ιταλικά - imboscata, appostamento, agguato, trappola, trap, intrappolare, trappola per, ...
- καρτερία στα ιταλικά - costanza, pazienza, sopportazione, resistenza, la resistenza, durata, di resistenza, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρπός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: frutto, frutta, di frutta, frutti, della frutta
Μεταφράσεις: frutto, frutta, di frutta, frutti, della frutta