Καρπός στα λατινικά

Μετάφραση: καρπός, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
pomum
Καρπός στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρπός

καρπός δάφνης, καρπός χεριού, καρπός στα αγγλικά, καρπός κόλα, καρπός δρύπη, καρπός λεξικό γλώσσας λατινικά, καρπός στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • καρποφόρος στα λατινικά - fertilis
  • καρτέρι στα λατινικά - dolus
  • καρτερία στα λατινικά - patientia
Τυχαίες λέξεις
Καρπός στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: pomum