Όπλο στα ιταλικά

Μετάφραση: όπλο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
braccio, arma, ramo, fucile, armare, bracciolo, cannone, schioppo, pistola, gun, la pistola
Όπλο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όπλο

όπλο-στυλό, όπλο-ηλεκτροσόκ, όπλο λεξικό γλώσσας ιταλικά, όπλο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • όπερα στα ιταλικά - opera, dell'opera, lirica, l'opera, d'opera
  • όπλα στα ιταλικά - stemma, braccia, armi, le braccia, bracci
  • όπου στα ιταλικά - dove, ove, cui, in cui, se
  • όπως στα ιταλικά - gradire, giacché, amare, così, uguale, piacere, simile, ...
Τυχαίες λέξεις
Όπλο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: braccio, arma, ramo, fucile, armare, bracciolo, cannone, schioppo, pistola, gun, la pistola