Όσχεο στα ιταλικά

Μετάφραση: όσχεο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scroto, scrotum, dello scroto, lo scroto, nello scroto
Όσχεο στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όσχεο

στο όσχεο, όσχεο με το περίνεό, κρυψορχία όσχεο, όσχεο λεξικό, πόνος όσχεο, όσχεο λεξικό γλώσσας ιταλικά, όσχεο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • όροφος στα ιταλικά - suolo, pavimento, piano, terra, pavimento in, fondo
  • όσιος στα ιταλικά - sacro, santo, benedetto, beato, Beata, Santissimo, Santissima
  • όταν στα ιταλικά - quando, allorché, se, quando si, cui
  • όφελος στα ιταλικά - vantaggio, beneficio, utilità, benefici, prestazione, vantaggi
Τυχαίες λέξεις
Όσχεο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: scroto, scrotum, dello scroto, lo scroto, nello scroto