Όσχεο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: όσχεο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мошонка, машонка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όσχεο
στο όσχεο, όσχεο με το περίνεό, κρυψορχία όσχεο, όσχεο λεξικό, πόνος όσχεο, όσχεο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, όσχεο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- όροφος στα λευκορωσικά - падлога, паверх, этаж
- όσιος στα λευκορωσικά - блаславёны, дабраславёны, дабраслаўлёны, благаславёны, благаславенны
- όταν στα λευκορωσικά - калi, калі
- όφελος στα λευκορωσικά - выгада, выгода
Τυχαίες λέξεις
Όσχεο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: мошонка, машонка
Μεταφράσεις: мошонка, машонка