Δύσπιστος στα κροατικά

Μετάφραση: δύσπιστος, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sumnjalo, skeptik, nepovjerljiv, nevjerici, u nevjerici, nevjericom, s nevjericom
Δύσπιστος στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δύσπιστος

δύσπιστος αγγλικά, δύσπιστος στα αγγλικά, δύσπιστος μετάφραση, δύσπιστος λεξικό γλώσσας κροατικά, δύσπιστος στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • δύσκαμπτος στα κροατικά - izvještačen, neprirodan, krut, ukočen, tvrd, ukočeni, kruta
  • δύσκολος στα κροατικά - teškim, otporan, žestoki, bodljikav, grub, naporno, lukav, ...
  • δύστροπος στα κροατικά - ćudljiv, jogunast, svadljiv, goropadan
  • δύσχρηστος στα κροατικά - tvrdoglav, uhvatljivi, intraktabilna, neukrotive, intraktabilni
Τυχαίες λέξεις
Δύσπιστος στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: sumnjalo, skeptik, nepovjerljiv, nevjerici, u nevjerici, nevjericom, s nevjericom