Δύσπιστος στα λετονικά
Μετάφραση: δύσπιστος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skeptisks, neticīgi, neticīgs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δύσπιστος
δύσπιστος αγγλικά, δύσπιστος στα αγγλικά, δύσπιστος μετάφραση, δύσπιστος λεξικό γλώσσας λετονικά, δύσπιστος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- δύσκαμπτος στα λετονικά - stīvs, stīva, spēcīga, stingrs
- δύσκολος στα λετονικά - grūti, grūts, sarežģīti, grūtāk, ir grūti, sarežģīta
- δύστροπος στα λετονικά - ļauns
- δύσχρηστος στα λετονικά - grūtāk, neatrisināma, nepakļāvīgas, grūtāk kontrolējams, nepakļāvīgām
Τυχαίες λέξεις
Δύσπιστος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: skeptisks, neticīgi, neticīgs
Μεταφράσεις: skeptisks, neticīgi, neticīgs