Παρεμβαίνω στα κροατικά

Μετάφραση: παρεμβαίνω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
posredovati, intervenirati, intervenira, intervenciju, interveniraju, umiješati
Παρεμβαίνω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρεμβαίνω

παρεμβαίνω στα αγγλικα, παρεμβαίνω αόριστος, παρεμβαίνω λεξικο, παρεμβαίνω ετυμολογια, προβαίνω συνώνυμο, παρεμβαίνω λεξικό γλώσσας κροατικά, παρεμβαίνω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • παρελθόν στα κροατικά - izvan, bez, bivši, preko, ranije, prošlost, pored, ...
  • παρεμβάλλω στα κροατικά - ubaciti
  • παρεμβολή στα κροατικά - interferencija, miješanja, smetnje, smetnji, miješanje, uplitanje
  • παρεμποδίζω στα κροατικά - kočiti, spriječiti, inhibirati, zabraniti, sputati, hramanje, hramati, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρεμβαίνω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: posredovati, intervenirati, intervenira, intervenciju, interveniraju, umiješati