Προκόβω στα κροατικά

Μετάφραση: προκόβω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
napredovati, rasti, uspijevati, cvjetati, procvjetati, procvat, procvasti
Προκόβω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προκόβω

προκόβω λεξικό γλώσσας κροατικά, προκόβω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • προκρίνομαι στα κροατικά - kvalificirati, razvodniti, radije, vole, preferiraju, draže, više vole
  • προκυμαία στα κροατικά - dokovi, riva, Waterfront, rivi, rivu
  • προκύπτω στα κροατικά - obračunavanje, ovan, sljedovati, poticati, slijediti, pritjecati, prikupljati, ...
  • προλέγω στα κροατικά - predviđati, proricati, predvidjeti, proreći, predskazati, nagovješćuju
Τυχαίες λέξεις
Προκόβω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: napredovati, rasti, uspijevati, cvjetati, procvjetati, procvat, procvasti