Συναρμολογώ στα κροατικά

Μετάφραση: συναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sklopiti, spojiti, sazvati, sastaviti, srediti, sravniti, usporediti, razvrstavanja, komparirati
Συναρμολογώ στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολογώ

συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ λεξικό γλώσσας κροατικά, συναρμολογώ στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • συναναστρέφομαι στα κροατικά - odabirati, opremiti, sortirati, hobnob
  • συναντώ στα κροατικά - okršaj, sukob, susret, upoznati, sastati, susresti, Upoznajte, ...
  • συναρμολόγηση στα κροατικά - sastajanje, skup, sklapanje, skupljanje, montaža, pogodan, dolikuje, ...
  • συναρπαστικός στα κροατικά - uzbudljiv, uzbudljivo, uzbudljiva, uzbudljive, uzbudljivije
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολογώ στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: sklopiti, spojiti, sazvati, sastaviti, srediti, sravniti, usporediti, razvrstavanja, komparirati