Συναρμολογώ στα σλοβενικά

Μετάφραση: συναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sestavit, primerjanje, primerja, zbiral, zbirala, zbere
Συναρμολογώ στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολογώ

συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συναρμολογώ στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • συναναστρέφομαι στα σλοβενικά - hobnob
  • συναντώ στα σλοβενικά - izpolnjujejo, srečujeta, srečata, izpolnjevati, stikata
  • συναρμολόγηση στα σλοβενικά - montáž, opremljanje, opremljanja, montaža, vgradnja, vgradnjo
  • συναρπαστικός στα σλοβενικά - razburljivo, vznemirljivo, razburljiv, zanimivo, razburljiva
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολογώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: sestavit, primerjanje, primerja, zbiral, zbirala, zbere