Συναρμολογώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: συναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
koostaa, koota, kerätä, kerääntyä, asentaa, kokoontua, kokoaa, kokoamaan, lajitella, lajitteluun
Συναρμολογώ στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολογώ

συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συναρμολογώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συναναστρέφομαι στα φινλανδικά - seurustella tuttavallisesti
  • συναντώ στα φινλανδικά - tapaaminen, ajautua, kohtaus, kärhämä, törmätä, tavata, Tapaa, ...
  • συναρμολόγηση στα φινλανδικά - joukko, kokoelma, kokous, asennus, sopiva, asentamisesta, asentaminen, ...
  • συναρπαστικός στα φινλανδικά - jännittävä, jännittävää, jännittäviä, jännittävän, jännittävään
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολογώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: koostaa, koota, kerätä, kerääntyä, asentaa, kokoontua, kokoaa, kokoamaan, lajitella, lajitteluun