Συναρμολογώ στα σουηδικά

Μετάφραση: συναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
samla, montera, kollationera, sammanställa, sortera, samla in
Συναρμολογώ στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολογώ

συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, συναρμολογώ στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • συναναστρέφομαι στα σουηδικά - ordna, hobnob
  • συναντώ στα σουηδικά - möte, möta, möter, möts, Meet, träffas, Möt, ...
  • συναρμολόγηση στα σουηδικά - anhopning, samling, montering, passande, passform, monteringen, monterings
  • συναρπαστικός στα σουηδικά - spännande
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολογώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: samla, montera, kollationera, sammanställa, sortera, samla in