Συναρμολογώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: συναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падымаццa, супастаўляць, мерацца, параўноўваць, супаста, параўноваць
Συναρμολογώ στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολογώ

συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συναρμολογώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • συναναστρέφομαι στα λευκορωσικά - вадзіцца, важдацца
  • συναντώ στα λευκορωσικά - сустрэча, встреча
  • συναρμολόγηση στα λευκορωσικά - мантаж
  • συναρπαστικός στα λευκορωσικά - захапляльны
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολογώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: падымаццa, супастаўляць, мерацца, параўноўваць, супаста, параўноваць