Συναρμολογώ στα τούρκικα

Μετάφραση: συναρμολογώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sıralamak, harmanlamak, harmanlayabilirsiniz, harmanlanıp harmanlanmayacağını, harmanlanmıyor
Συναρμολογώ στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναρμολογώ

συναρμολογώ μετάφραση, συναρμολογώ english, συναρμολογώ συνώνυμα, συναρμολογώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, συναρμολογώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συναναστρέφομαι στα τούρκικα - sınıflandırmak, beraber vakit geçirmek, vakit geçirmek, hobnob, sıkı fıkı olmak, samimi olmak
  • συναντώ στα τούρκικα - toplanmak, karşılaşmak, karşılaşma, buluşmak, karşılamak, buluştuğu, buluşuyor, ...
  • συναρμολόγηση στα τούρκικα - koleksiyon, toplama, uydurma, montaj, uygun, bağlantı, fitting
  • συναρπαστικός στα τούρκικα - heyecan verici, heyecanlı, heyecan verici bir, heyecan, verici
Τυχαίες λέξεις
Συναρμολογώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sıralamak, harmanlamak, harmanlayabilirsiniz, harmanlanıp harmanlanmayacağını, harmanlanmıyor