Εμπόδιο στα λετονικά
Μετάφραση: εμπόδιο, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nožogojums, barjera, šķērslis, barjeru, barjeras, šķērsli
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπόδιο
εμπόδιο στο λαιμό, σκόπελος εμπόδιο, εμπόδιο στα αγγλικά, εμποδιο συνώνυμα, παιδαγωγικό εμπόδιο, εμπόδιο λεξικό γλώσσας λετονικά, εμπόδιο στα λετονικά
Μεταφράσεις
- εμπριμέ στα λετονικά - nospiedums, drukāt, iespiest, kokvilnas mēbeļu drāna
- εμπρός στα λετονικά - uz priekšu, priekšu, klajā
- εμπόρευμα στα λετονικά - prece, patēriņa priekšmets, PRECE, preču, preci, patēriņa
- εμπόριο στα λετονικά - tirgoties, komercija, tirdzniecība, tirdzniecības, preču, tirdzniecību, trade
Τυχαίες λέξεις
Εμπόδιο στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: nožogojums, barjera, šķērslis, barjeru, barjeras, šķērsli
Μεταφράσεις: nožogojums, barjera, šķērslis, barjeru, barjeras, šķērsli