Εμπόδιο στα σουηδικά
Μετάφραση: εμπόδιο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hinder, barriär, barriären, spärr
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπόδιο
εμπόδιο στο λαιμό, σκόπελος εμπόδιο, εμπόδιο στα αγγλικά, εμποδιο συνώνυμα, παιδαγωγικό εμπόδιο, εμπόδιο λεξικό γλώσσας σουηδικά, εμπόδιο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εμπριμέ στα σουηδικά - tryck, trycka, chintz
- εμπρός στα σουηδικά - fram, framåt, fram emot
- εμπόρευμα στα σουηδικά - handelsvara, råvara, vara, råvaru, varu
- εμπόριο στα σουηδικά - näring, handla, yrke, hantverk, handel, handeln, handels
Τυχαίες λέξεις
Εμπόδιο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: hinder, barriär, barriären, spärr
Μεταφράσεις: hinder, barriär, barriären, spärr