Εμπόδιο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εμπόδιο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шлагбаум, бар'ер, барер
Εμπόδιο στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπόδιο

εμπόδιο στο λαιμό, σκόπελος εμπόδιο, εμπόδιο στα αγγλικά, εμποδιο συνώνυμα, παιδαγωγικό εμπόδιο, εμπόδιο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εμπόδιο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εμπριμέ στα λευκορωσικά - цягнуць, паркаль, перкаль
  • εμπρός στα λευκορωσικά - перад, наперад, ўперад, уперад
  • εμπόρευμα στα λευκορωσικά - тавар
  • εμπόριο στα λευκορωσικά - гандаль
Τυχαίες λέξεις
Εμπόδιο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шлагбаум, бар'ер, барер