Ματαιόδοξος στα λετονικά
Μετάφραση: ματαιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
veltīgs, iedomīgs, uzpūtīgs, augstprātīgs, iedomīgi, uzpūtīgi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ματαιόδοξος
ματαιόδοξος ετυμολογία, ματαιόδοξος ορισμός, ματαιόδοξος λεξικο, ματαιόδοξος συνωνυμα, ματαιόδοξος λεξικό γλώσσας λετονικά, ματαιόδοξος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- μασώ στα λετονικά - košļāt
- ματαιοδοξία στα λετονικά - iedomība, augstprātība, tualetes, steigas, godkāre
- ματαιότητα στα λετονικά - augstprātība, iedomība, nevajadzības, uselessness
- ματαιώνω στα λετονικά - atcelt, anulēt, atceltu, anulē, atceļ
Τυχαίες λέξεις
Ματαιόδοξος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: veltīgs, iedomīgs, uzpūtīgs, augstprātīgs, iedomīgi, uzpūtīgi
Μεταφράσεις: veltīgs, iedomīgs, uzpūtīgs, augstprātīgs, iedomīgi, uzpūtīgi